Σημαντικές επιπλέον αλλαγές και τροποποιήσεις επέφερε το τελικώς ψηφισθέν πολυνομοσχέδιο όσον αφορά τις ρυθμίσεις του επονομαζόμενου «New Deal», σε σχέση με αυτό που είχε τεθεί προ ημερών σε διαβούλευση.
Συγκεκριμένα, οι κυριότερες διατάξεις που εισάγονται προβλέπουν τα εξής:
· Καταρχάς, το ψηφισθέν νομοσχέδιο επανακαθορίζει τα στοιχεία τιμολόγησης της πωλούμενης ηλεκτρικής ενέργειας για τους εν λειτουργία σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ. Ειδικότερα, όσον αφορά τους φωτοβολταϊκούς σταθμούς δεν προβλέπεται τελικώς, σε αντιδιαστολή με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο, μείωση εγγυημένων τιμών για φ/β σταθμούς έως 100 kW, οι οποίοι συνδέθηκαν έως και το Β’ τρίμηνο του 2011 και οποίοι δεν έχουν λάβει ενίσχυση. Το αυτό ισχύει και για συγκεκριμένους φ/β σταθμούς άνω των 100ΚW, οι οποίοι επίσης δεν έχουν λάβει κάποια ενίσχυση βάσει αναπτυξιακού νόμου, αναλόγως του χρόνου σύνδεσής τους. Επιπλέον, το Υπουργείο προέβη και σε νομοτεχνικές βελτιώσεις για τους υπόλοιπους σταθμούς, οι οποίοι θα υποστούν την παρέμβαση του νομοθέτη, προβλέποντας ωστόσο μικρότερες περικοπές από τις αρχικά προβλεπόμενες. Περαιτέρω, για σταθμούς ισχύος έως και 100 kW, οι οποίοι ανήκουν σε κατ’ επάγγελμα αγρότες, οι ισχύουσες τιμές αποζημίωσης μειώνονται κατά ποσοστό 12%, εφόσον δεν έχουν λάβει ενίσχυση.
· Όπως είναι γνωστό, ο επανακαθορισμός των τιμών εξαρτάται από το εάν ο Παραγωγός έχει λάβει κάποιας μορφής ενίσχυση ή όχι για την κατασκευή του σταθμού. Κατά γενική αρχή, η αποζημίωση είναι υψηλότερη για τους σταθμούς που δεν έχουν λάβει ενίσχυση. Προς το σκοπό αυτό, προβλέπεται η υποβολή σχετικής δήλωσης από τους παραγωγούς προκειμένου να ενταχθούν στις αντίστοιχες κατηγορίες (με ενίσχυση ή χωρίς ενίσχυση). Ενώ το αρχικό νομοσχέδιο όριζε ότι οι παραγωγοί αυτοί θα πρέπει να προβούν στη συμπλήρωση υπεύθυνης δήλωσης (του Ν. 1599/1986) εντός 2 μηνών από την θέση σε ισχύ του νόμου, το ψηφισθέν νομοσχέδιο προβλέπει την υποβολή σχετικής ηλεκτρονικής δήλωσης εντός 2 μηνών από τη στιγμή που θα έχουν τεθεί σε λειτουργία κατάλληλα προς τούτο συστήματα πληροφορικής από τον ΛΑΓΗΕ και τον ΔΕΔΔΗΕ. Η προθεσμία που παρέχει ο παρών νόμος στον Λειτουργό και τον Διαχειριστή για την εγκατάσταση αυτών των συστημάτων είναι τετράμηνη.
· Έτερη ουσιωδέστατη τροποποίηση που εισάγεται με το New Deal επί των ισχυουσών συμβάσεων είναι η υποχρέωση παροχής έκπτωσης που επιβάλλεται στους παραγωγούς AΠΕ και ΣΗΘΥΑ και η οποία υπολογίζεται ως ποσοστό επί της συνολικής αξίας της εγχυθείσας κατά το 2013 ενέργειας. Πλέον, τα ποσοστά για σταθμούς κυμαίνονται για τους φ/β από 34% έως 37,5%. Επιπροσθέτως, για φ/β σταθμούς έως 100 kW (συμπεριλαμβανομένων αυτών που ανήκουν σε κατ’ επάγγελμα αγρότες), επιβάλλεται στους παραγωγούς η υποχρέωση παροχής έκπτωσης 20%. Για τις υπόλοιπες ΑΠΕ/ΣΗΘΥΑ το ποσοστό έκπτωσης είναι 10%.
· Είναι σημαντικό να υπογραμμισθεί ότι στο ψηφισθέν ν/σ έχει απαλειφθεί η διάταξη που υπήρχε στο υπό διαβούλευση κείμενο και η οποία προέβλεπε ότι ο ΛΑΓΗΕ, ο ΔΕΔΔΗΕ ή ο προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας θα προέβαιναν έως 31.10.2014 σε μονομερή τροποποίηση της ισχύουσας σύμβασης πώλησης/συμψηφισμού με την οποία θα προσδιοριζόταν η νέα τιμή αποζημίωσης με βάση τις νέες διατάξεις.
· Κατά ρητή πρόβλεψη του ψηφισθέντος ν/σ, η διάρκεια των συμβάσεων πώλησης/ και συμψηφισμού που έχουν υπογραφεί με τους παραγωγούς, επεκτείνονται αυτοδικαίως κατά 7 επιπλέον έτη.
· Τέλος, σημειώνεται ότι αίρεται η αναστολή χορήγησης αδειών παραγωγής και προσφοράς όρων σύνδεσης για νέους φ/β σταθμούς, η οποία είχε επιβληθεί με Απόφαση του Υπουργού ΠΕΚΑ τον Αύγουστο του 2012. Ωστόσο, στο πλαίσιο αυτό εισάγεται μία νέα πρόβλεψη, σύμφωνα με την οποία όσοι Παραγωγοί είχαν υποβάλει αιτήσεις στον Διαχειριστή για χορήγηση προσφοράς σύνδεσης και οι οποίοι παρέμειναν σε εκκρεμότητα λόγω της εφαρμογής της εν λόγω Υπουργικής Απόφασης, καλούνται να επιβεβαιώσουν εκ νέου το ενδιαφέρον τους εγγράφως εντός 2 μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου, άλλως οι σχετικές αιτήσεις τίθενται στο αρχείο.
Οι ρυθμίσεις που εισήχθησαν με το ψηφισθέν νομοσχέδιο, με τις οποίες θεσπίζονται παρεμβάσεις στις υφιστάμενες συμβάσεις πώλησης/συμψηφισμού που υπέγραψαν οι παραγωγοί με τον ΛΑΓΗΕ, τον ΔΕΔΔΕΗ ή την ΔΕΗ αντίστοιχα (στην περίπτωση των οικιακών φωτοβολταϊκών), ενέχουν πλείστες εστίες νομικού προβληματισμού και δημιουργούν αναμφισβήτητα πεδίο νομικής αμφισβήτησης με χρήση κατάλληλων ενδίκων βοηθημάτων στο πλαίσιο μιας συγκροτημένης νομικής στρατηγικής εκ μέρους των παραγωγών. Επιστημονικά ενδιαφέρουσα είναι ενδεχομένως όχι τόσο η διερεύνηση των εστίων ασυμβατότητας των κομβικών ρυθμίσεων του εν λόγω νόμου με σειρά διατάξεων υπερνομοθετικής ισχύος του ημεδαπού και του ενωσιακού δικαίου, αλλά μάλλον το αντίστροφο: Είναι όντως λίαν κοπιώδης η προσπάθεια ανίχνευσης στην αιτιολογική έκθεση του νόμου βάσεων πιθανής συμβατότητας των κρίσιμων θεσπισθεισών ρυθμίσεων με πλείστες διατάξεις υπερνομοθετικής ισχύος αλλά και έχουσες συνταγματική ποιότητα κείμενες δικαιοκρατικές αρχές.
Ο σαφής νομικός προβληματισμός γύρω από τη συνταγματικότητα των βασικότερων διατάξεων με τις οποίες επιβάλλεται παροχή αναδρομικής έκπτωσης και μείωση στις εγγυημένες τιμές διατυπώνεται διαυγώς και από την ίδια την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής στην σχετική Έκθεσή της, σύμφωνα με την οποία επισημαίνεται ότι η νομοθετική παρέμβαση σε υφιστάμενες συμβάσεις αντίκειται στην αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων, η οποία αποτελεί ειδικότερη εκδήλωση της συνταγματικά προστατευόμενης αρχής της οικονομικής και επιχειρηματικής ελευθερίας.
Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι προκύπτει ζήτημα και ως προς τη συμβατότητα των εν λόγω ρυθμίσεων με το αρ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου περί προστασίας της ιδιοκτησίας-περιουσίας, στο βαθμό που η παρέμβαση θίγει ενοχικά δικαιώματα, δικαιώματα «περιουσιακής φύσεως» και κεκτημένα «οικονομικά συμφέροντα». Τούτο ισχύει στο μέτρο που η στέρηση τέτοιων δικαιωμάτων επιτρέπεται κατά πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου μόνο για λόγους δημόσιας ωφέλειας και προϋποθέτει την καταβολή αποζημίωσης.
Πέρα από το ζήτημα της πιθανής παραβίασης υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεων του εθνικού αλλά και του ενωσιακού δικαίου, η νομική αξιολόγηση της μονομερούς τροποποίησης των υφιστάμενων συμβάσεων θα πρέπει να ειδωθεί και υπό το πρίσμα της πάγιας νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη δεν δύναται να παραβιάζουν κατά την ενάσκηση της νομοθετικής τους αρμοδιότητας επί θεμάτων υποκείμενων σε κανονιστική ρύθμιση στο επίπεδο του ενωσιακού δικαίου γενικές δικαιϊκές αρχές αναγνωριζόμενες παγίως σε ενωσιακό επίπεδο, μεταξύ των οποίων αναντίρρητα συγκαταλέγεται και η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου.
Σημειωτέον ότι παρά το γεγονός ότι με τον παρόντα νόμο, ο νομοθέτης προέβη σε ουσιώδη παρέμβαση τροποποιώντας μονομερώς όρους των υφιστάμενων συμβάσεων των παραγωγών, ουδεμία πρόβλεψη εμπεριέχεται στο εν λόγω νομοθέτημα για την έτερη πλευρά του πλέγματος των ρυθμιζόμενων συναλλακτικών σχέσεων, ήτοι τις δανειακές συμβάσεις που πλείονες παραγωγοί έχουν υπογράψει με πιστωτικά ιδρύματα. Σε κάθε περίπτωση είναι για μείζονες νομικούς λόγους επιβεβλημένο, η χάραξη της στρατηγικής εννόμου προστασίας των παραγωγών να λάβει υπόψη το πλέγμα συμβατικών σχέσεων Τράπεζας-παραγωγού, οι οποίες είναι εξόχως πιθανό να εντεθούν σε πλαίσιο επαναξιολόγησης και διαπραγμάτευσης.
Επιμέλεια: «Μεταξάς & Συνεργάτες – Δικηγόροι & Νομικοί Σύμβουλοι»